Γιατί δεν μπορώ να βρω ικανοποίηση; 5 ερωτήσεις για να ξεπεράσουμε τα ψυχολογικά εμπόδια που μας κρατούν καθηλωμένους

Μία ερώτηση που συχνά κάνουμε στον εαυτό μας αλλά δυσκολευόμαστε να απαντήσουμε είναι το γιατί παρόλες τις ειλικρινείς μας προσπάθειες αδυνατούμε να βρούμε την ικανοποίηση σε κάποιους σημαντικούς τομείς της ζωής μας.

Για παράδειγμα μπορεί να δυσκολευόμαστε να νιώσουμε έντονα συναισθήματα για τους ερωτικούς μας συντρόφους, να βιώνουμε συνέχεια έντονο άγχος, να είμαστε μονίμως λυπημένοι κ.α. Κάποιες φορές μπορεί να αναγνωρίζουμε αυτά τα εμπόδια αλλά να συμβιβαζόμαστε με την ύπαρξή τους θεωρώντας τα απλώς στοιχεία του χαρακτήρα μας π.χ. «δεν εμπιστεύομαι στις σχέσεις μου γιατί είμαι καχύποπτη», «δεν μπορώ να ηρεμήσω γιατί πάντα περιμένω να συμβεί το χειρότερο», «δεν χαίρομαι εύκολα γιατί η ζωή είναι γεμάτη πόνο».

Γιατί όμως έχουμε αυτές τις τάσεις εφόσον δεν μας ικανοποιούν; Ως όντα οι άνθρωποι είμαστε πολύ εφευρετικοί και κατά την πρώιμη παιδική μας ηλικία αναπτύσσουμε άμυνες, δηλαδή τρόπους να αντιμετωπίσουμε δυσλειτουργικές καταστάσεις, έτσι ώστε να επιβιώσουμε.

Ταυτοχρόνως έχουμε την τάση να μην καταλαβαίνουμε τις συνδέσεις ανάμεσα στις άμυνες και το πως μας επηρεάζουν στο παρόν οπότε απλώς συμβιβαζόμαστε με τις συνέπειές τους. Μπορεί απλά να αποδεχόμαστε ότι είμαστε μοναχικοί ή αγχώδεις ή δύσθυμοι, όμως ο τρόπος για να διορθώσουμε μια κατάσταση που μας προκαλεί δυσφορία ξεκινά από το να γνωρίσουμε τον εαυτό μας καλύτερα ώστε να απελευθερωθούμε από τα δεσμά του.

Επομένως, αφού αναρωτηθούμε σε ποιους τομείς δεν είμαστε συναισθηματικά λειτουργικοί, το πρώτο βήμα είναι να ανακαλύψουμε τις άμυνές μας κάνοντας στον εαυτό μας την εξής σημαντική ερώτηση

«Τί έπρεπε να κάνω/να μην κάνω στην παιδική μου ηλικία για να είμαι ασφαλής»;

Εδώ, θα πρέπει να θυμηθούμε ποιες συμπεριφορές των γύρω μας, κυρίως των γονιών μας, κατά την παιδική μας ηλικία προκάλεσαν τη δημιουργία αυτών των αμυνών. Για παράδειγμα αν η μητέρα μας, μάς εγκατέλειψε, μαθαίνουμε να μην δενόμαστε με τους άλλους, αν είχαμε έναν κακοποιητικό πατέρα μαθαίνουμε να είμαστε μονίμως προετοιμασμένοι για κίνδυνο, αν η μητέρα μας αρρώστησε βαριά για πολύ καιρό και μετά πέθανε μαθαίνουμε να μην ελπίζουμε ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα.

Αφού απαντήσουμε στην 1η ερώτηση και κατανοήσουμε από που προήλθαν οι άμυνές μας μπορούμε να προχωρήσουμε στην 2η ερώτηση

«Ποια ήταν η χρησιμότητα της κάθε άμυνάς μου κατά τη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας»;

Κάθε άμυνα στο παρελθόν αποσκοπούσε στο να μας δίνει την δυνατότητα να είμαστε όσο πιο ευτυχισμένοι και ασφαλείς μπορούσαμε υπό τις συνθήκες που ζούσαμε. Το να θεωρούμε τις άμυνες ως κάτι εποικοδομητικό ίσως να ακούγεται παράδοξο. Μπορεί να μας φαίνεται παράλογο τα να ήταν αυτές οι συμπεριφορές χρήσιμες κάποτε και μπορεί να αναρωτηθούμε «μα πώς γίνεται να ήταν καλό για μένα το να είμαι μόνος ή το να κατακλύζομαι από το άγχος ή το να μην χαίρομαι»; Κι όμως αν το σκεφτούμε θα ανακαλύψουμε πολλά παραδείγματα

«έμαθα να βασίζομαι μόνο στον εαυτό μου γιατί οι γονείς μου χώρισαν και δεν μπορούσα να στηρίζομαι πάνω τους»

«έμαθα να αποφεύγω την αγάπη γιατί η μητέρα μου ήταν απούσα και δεν μου έδινε την αγάπη που είχα ανάγκη»

«έμαθα να είμαι πάντα σε εγρήγορση γιατί όταν ήμουν μικρός ο πατέρας μου έπινε και ξεσπούσε πάνω μας οπότε έπρεπε πάντα να είμαι προετοιμασμένος για κίνδυνο»

«έμαθα να είμαι θλιμμένη γιατί η μητέρα μου αρρώστησε και πέθανε όταν την είχα περισσότερο ανάγκη και δεν είχα την πολυτέλεια να χαίρομαι γιατί ήταν επικίνδυνο».

Αρχίζουμε να βλέπουμε λοιπόν ότι οι άμυνες, έχουν την πηγή τους σε γεγονότα του παρελθόντος κατά τη διάρκεια του οποίου είχαν μία σημαντική χρησιμότητα. Με γνώμονα αυτό ας δούμε πως η ίδια λογική εφαρμόζεται και στο παρόν.

Περνάμε λοιπόν στην 3η ερώτηση

«τι κερδίζω από αυτήν την άμυνα στο εδώ και τώρα»;

Πολλές φορές όσον αφορά κάποια σημαντικά συναισθηματικά θέματα λειτουργούμε με αυτοματοποιημένους τρόπους χωρίς να καταλαβαίνουμε τα βαθύτερα αίτια που μας κινητοποιούν. Αν στρέψουμε παρόλα αυτά την προσοχή μας στις σκέψεις που κάνουμε, θα ανακαλύψουμε άμυνες να αναδύονται και να μας καθοδηγούν σε μία προσπάθεια να μας προστατεύσουν

«αν σαμποτάρω τις σχέσεις μου δεν πρόκειται ποτέ να απογοητευτώ από την αγάπη»

«αν είμαι μόνη κανείς δεν μπορεί να με πληγώσει»

«αν είμαι αγχωμένος θα εντοπίζω έγκαιρα οποιονδήποτε κίνδυνο με πλησιάσει»

«αν είμαι συνέχεια λυπημένη δεν θα χρειαστεί να ελπίζω πως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα και μετά να απογοητευτώ όταν αυτό δεν γίνει (όσο πιο ψηλά ανέβεις τόσο πιο πολύ θα πονέσεις όταν πέσεις)».

Πλέον έχουμε μία πλήρη εικόνα του πως δημιουργήθηκαν οι άμυνες, ποιο σκοπό εξυπηρετούσαν και ποιον σκοπό εξυπηρετούν ακόμα.

Εδώ είναι στιγμή να συγκρίνουμε τις θετικές και αρνητικές συνέπειες της εκάστοτε άμυνας ώστε να ανακαλύψουμε αν το «ισοζύγιο» βγαίνει θετικό ή αρνητικό οπότε περνάμε στην ερώτηση

«ποιο είναι το τίμημα της άμυνας μου στο εδώ και τώρα»;

Το κόστος των αμυνών είναι συνήθως ότι ενώ μας προστάτευαν στην παιδική μας ηλικία, γίνονται όλο και πιο δυσλειτουργικές όσο μεγαλώνουμε. Έτσι λοιπόν η εγκατάλειψη που βιώσαμε μικροί από την οποία  προστατευθήκαμε με το να μην δενόμαστε με τους άλλους έχει στο εδώ και τώρα ως αποτέλεσμα να μην εμπιστευόμαστε και να καταλήγουμε μόνοι. Η κακοποίηση από την οποία προστατευτήκαμε με το να είμαστε πάντα σε εγρήγορση μας αποτρέπει από το να απολαύσουμε τη ζωή. Η κακή υγεία της μητέρας που πότε βελτιωνόταν και πότε χειροτέρευε μέχρι που στο τέλος εκείνη πέθανε, μας έμαθε να μην ελπίζουμε ότι τα πράγματα θα πάνε καλά, κάτι που έχει τώρα ως αποτέλεσμα να μην μας επιτρέπουμε να βιώσουμε έντονη χαρά.

Σε αυτό το στάδιο είναι σημαντικό να αποφύγουμε το να κατακρίνουμε τον εαυτό μας για τον τρόπο που λειτουργούμε. Αντιθέτως θα πρέπει να τον φροντίσουμε και να κατανοήσουμε ότι οι άμυνες ήταν ένας τρόπος να επιβιώσουμε. Όσα είναι πλέον προβλήματα ήταν κάποτε αποτελεσματικές στρατηγικές προστασίας. Ότι δυσλειτουργικό κι αν κάνουμε ως ενήλικοι ήταν κάποτε προστατευτικό και μας φρόντιζε από τις αντιξοότητες του περιβάλλοντός μας. Μπορεί να είναι πλέον καιρός να αλλάξουμε, μπορεί να έχουμε υποστεί πολλές αρνητικές συνέπειες λόγω των αμυνών μας, όμως το να μας κατηγορεί κάποιος γι’ αυτό (ακόμα κι αν αυτός ο κάποιος είναι ο εαυτός μας) είναι άδικο, όσο άδικο είναι και το να κατηγορούμε ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι. Όλοι έχουμε ένα τέτοιο παιδί μέσα μας που κάποτε αναγκάστηκε να αναπτύξει τρόπους να προστατευτεί. Πλέον πρέπει μία πιο ώριμη και ευέλικτη πλευρά μας να το φροντίσει και να το προστατεύσει πιο λειτουργικά από ότι έκαναν μέχρι τώρα οι άμυνες.

Συνεπώς πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στην πραγματικότητα γύρω μας με όσο πιο αντικειμενικό τρόπο γίνεται και να απαντήσουμε στην τελευταία ερώτηση

«Σε τι βαθμό ισχύουν στο εδώ και τώρα οι κίνδυνοι από τους οποίους με προστάτευαν οι άμυνές μου»;

Κοιτώντας τη ζωή μας στο παρόν, ίσως ανακαλύψουμε ότι μπορούμε πλέον να αντέξουμε την πραγματικότητα χωρίς τις άμυνές μας. Αυτό ενδεχομένως να είναι τρομακτικό σαν σκέψη αλλά το πιθανότερο είναι πως δεν ζούμε πλέον στο ίδιο περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε και άρα, τώρα πια, έχουμε εμείς τον έλεγχο.

Κοιτώντας με αντικειμενικό μάτι την πραγματικότητα του εδώ και τώρα ίσως ανακαλύψουμε ότι είναι πλέον ασφαλές να αγαπήσουμε κάποιον που δείχνει να μας αγαπάει παρότι η μητέρα μας δεν κατάφερε να το κάνει όταν το είχαμε ανάγκη. Ίσως να έχουμε την «πολυτέλεια» να χαλαρώσουμε γιατί δεν είμαστε πλέον εγκλωβισμένοι στο ίδιο σπίτι με έναν κακοποιητικό, επικίνδυνο και απρόβλεπτο γονέα. Ίσως να επιτρέπεται να νιώσουμε ευτυχία γιατί ακόμα κι αν πήγαν τα πράγματα άσχημα στο παρελθόν, ίσως υπάρχουν πολλά στο σήμερα που έχουν νόημα για μας και δείχνουν να πηγαίνουν σε καλό δρόμο.

Οι γύρω μας, αυτοί που μας νοιάζονται, ίσως μπορούν να μας βοηθήσουν να δούμε τα γεγονότα πιο αντικειμενικά έτσι ώστε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και την πραγματικότητα καλύτερα και εν τέλει να απελευθερωθούμε από τα βάρη του παρελθόντος.

Μπορεί κάποτε οι άμυνες να λειτουργούσαν ως ασπίδα όμως πλέον δεν είμαστε στον ίδιο πόλεμο και η ασπίδα έχει γίνει ένα ασήκωτο βάρος που αντί να μας προστατεύει από τους εχθρούς εμποδίζει την ευτυχία να μας πλησιάσει.