Είμαι Αποτυχημένος/η;
Κάποιοι από εμάς θεωρούμε ότι είμαστε αποτυχημένοι. Όταν αποτύχουμε κάπου, αυτή η πεποίθησή μας επιβεβαιώνεται. Από την άλλη αν κάποιος μας επαινέσει υπάρχει μία επικριτική πλευρά μας που θα ακυρώσει τον έπαινο γιατί εκείνη ξέρει πραγματικά πόσο ασήμαντοι, τραγικοί, κακοί, ανεπαρκείς είμαστε.
Όσο κι αν η πραγματικότητα μας δείχνει ότι οι άλλοι μας νοιάζονται, ότι ενδιαφέρονται για την ευδαιμονία μας, ότι μας θεωρούν αξιόλογους και σημαντικούς, η επικριτική πλευρά μας θα μας υπενθυμίζει ότι αυτές οι συμπεριφορές είναι εξαιρέσεις στις οποίες δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε.
Σύμφωνα με αυτή την επικριτική πλευρά η αλήθεια είναι ότι είμαστε απεχθείς και το ξέρουμε ακόμα κι αν έχουμε καταφέρει έστω και στιγμιαία να ξεγελάσουμε τους γύρω μας για το αντίθετο.
Μπορεί ο σύντροφός να μας διαβεβαίωσε ότι μας αγαπά και νοιάζεται για τα συναισθήματά μας, μπορεί ο εργοδότης να μας επαίνεσε για την δουλειά μας, μπορεί οι φίλοι να μας έκαναν ένα πάρτι έκπληξη, όλα αυτά όμως η εσωτερική επικριτική φωνή τα αποδομεί και τα απαξιώνει.
Αυτή η φωνή συνήθως έχει μία γνώριμη χροιά, έναν γνώριμο τόνο, ίσως την χροιά ενός γονιού ή ενός αδελφού, που καθώς μεγαλώναμε ήταν απόμακρος επικριτικός, απαιτητικός, ακυρωτικός και μετά ενισχύθηκε από επιπλέον συμπεριφορές τέτοιου τύπου από συμμαθητές και δασκάλους.
Όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει στην παιδική ηλικία, το παιδί που βιώνει τέτοιες συμπεριφορές αναρωτιέται γιατί του συμβαίνουν όλα αυτά και αναπόφευκτα, με τον ανώριμο ψυχισμό του και την ελλειπή γνώση του φτάνει σε ένα συμπέρασμα όπως το παρακάτω:
“Τα άσχημα γεγονότα της ζωής μου οφείλονται στο ότι εγώ είμαι ανάξιος, εγώ είμαι αδύναμος. Η μητέρα μου είναι θυμωμένη μαζί μου γιατί εγώ είμαι κακός, ο πατέρας μου με απορρίπτει γιατί εγώ φταίω που δεν ικανοποίησα τις προσδοκίες του, η αδερφή μου με υποτιμά και με προσβάλει γιατί εγώ είμαι ανεπαρκής…”
Γιατί όμως όταν αυτή η πλευρά μας μιλάει, την ακούμε προσεκτικά και μας πείθει, ενώ αν ακούγαμε κάποιον να μιλάει σε κάποιον τρίτο με έναν τόσο υποτιμητικό τρόπο θα το θεωρούσαμε άκαρδο και υπερβολικό;
Επειδή ακόμα και ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι προτιμότερο από την αβεβαιότητα του να μην υπάρχει καμία εξήγηση και την ευαλωτότητα που αυτό μπορεί να προκαλέσει στον ψυχισμό μας, ειδικά όταν είμαστε παιδιά.
Έχουμε ανάγκη να νιώσουμε ότι ο κόσμος είναι λογικός και διέπεται από κανόνες αίτιου-αιτιατού.
‘Είναι πράγματι οδυνηρό οι γονείς μου, αυτοί που θα έπρεπε να είναι οι πυλώνες της σταθερότητάς στην ζωή μου, να μου προκαλούν ανασφάλεια, να με υποτιμούν αντί να με συμβουλεύουν να με κατακρίνουν αντί να με υποστηρίζουν…’
Το παιδί βλέπει έναν κόσμο του οποίου οι γονείς είναι αναπόσπαστο μέρος. Δεν μπορεί απλά να σηκωθεί και να φύγει αν αυτοί έχουν τοξικές συμπεριφορές οπότε πρέπει στις λύσεις του να συμπεριλάβει και τους γονείς, επειδή χωρίς αυτούς ο κόσμος είναι ακόμα πιο αβέβαιος κι επικίνδυνος και πρακτικά αδιανόητος στις μικρότερες ηλικίες.
Φανταστείτε έναν θυμωμένο γονιό που ξεσπάει στο παιδί του γιατί τα πράγματα δεν πάνε καλά στην δουλειά, ή στην ερωτική του ζωή, έναν επικριτικό γονιό που αντιδρά απότομα και απαξιωτικά αν το παιδί του ανακοινώσει κάποιο κακό νέο ή έχει κάποια εσφαλμένη συμπεριφορά. Στις περιπτώσεις αυτές η εξήγηση του παιδιού είναι ξεκάθαρη:
“Για όλα αυτά φταίω εγώ, η δική μου συμπεριφορά τα προκαλεί και άρα το τι θα μου συμβεί βρίσκεται κάπως στον έλεγχό μου…”
Αυτή η εξήγηση είναι προτιμότερη και λιγότερο τραυματική από την εναλλακτική ότι ο κόσμος είναι απρόβλεπτος, εμείς είμαστε ευάλωτοι, ότι αδικίες θα συμβαίνουν σε καλούς ανθρώπους και κατακριτέα γεγονότα θα συμβαίνουν ακόμα και σε ένα παιδί. Η ψευδαίσθηση του ελέγχου είναι προτιμότερη για το παιδί από την αίσθηση του ότι κάθε φορά που βλέπει τους γονείς του θα πρέπει να ρίχνει ζάρια για το ποια θα είναι η αντίδρασή τους.
Για τον λόγο αυτόν, ως παιδιά είχαμε ανάγκη να κατανοήσουμε και να βγάλουμε νόημα από τον αφόρητο πόνο που βιώναμε για τα όσα μας συνέβαιναν.
Αυτός ο επικριτικός εαυτός λοιπόν δημιουργήθηκε στο παιδικό παρελθόν μας για να μας βοηθήσει να βγάλουμε ένα νόημα από τον κόσμο, όμως με τον ανώριμο ψυχισμό μας αυτή η λύση ήταν κι αυτή ανώριμη. Δεν είχαμε όμως και κάποια καλύτερη. Δεν είχαμε κάποιον ενήλικα να μας διδάξει ότι δεν ευθυνόμαστε εμείς για την συμπεριφορά των γονιών μας, δεν μας δίδαξε κάποιος με ώριμο τρόπο ότι θα είναι εκεί να μας προστατεύει, ότι είμαστε αποδεκτοί και αγαπητοί ακόμα κι όταν κάνουμε λάθη, ότι θα είμαστε ασφαλείς ότι κι αν πάει στραβά, οπότε βρήκαμε μια εξήγηση μόνοι μας που για την ηλικία μας ήταν μια κάποια λύση. Πλέον όμως η λύση αυτή δεν είναι λειτουργική και μας καταστρέφει αντί να μας προστατεύει.
Το παιδί μεγαλώνει και ο ενήλικας κουβαλάει μέσα του τα ίδια συμπεράσματα που είχε βγάλει τότε. Στο εδώ και τώρα λοιπόν συνεχίζει να πορεύεται με αυτά ως οδηγό ασχέτως με το τι του λέει η πραγματικότητα.
Ο ενήλικας μέσα μας όμως πρέπει τώρα να αναλάβει δράση και να δείξει στο παιδί την πραγματικότητα. Ως ενήλικας αντιλαμβάνομαι ότι νιώθω αποτυχημένος όχι γιατί είμαι πραγματικά αλλά γιατί έτσι με δίδαξαν, νιώθω αβοήθητος να αλλάξω τα αρνητικά κομμάτια της ζωής μου γιατί ποτέ δεν μου έδειξαν πως να τα λύνω λειτουργικά.
Αυτή η επικριτική πλευρά μας, προσπάθησε κάπως να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε σε έναν σκληρό και χαώδη κόσμο και την ευχαριστούμε γι’ αυτό.
Τώρα όμως ήρθε η ώρα να την αποχαιρετήσουμε και να βάλουμε στην θέση της τον υγιή ενήλικα που μπορεί να βρει λύσεις πιο λειτουργικές.
Τώρα δεν είμαστε πλέον ανήλικοι και παγιδευμένοι σε ένα σπίτι με κακοποιητικούς γονείς ή σε ένα σχολείο με επικριτικούς συμμαθητές, τώρα πια μπορούμε να στηριχτούμε στον εαυτό μας και στους ανθρώπους που δείχνουν να το αξίζουν, τους ανθρώπους που νοιάζονται για μας.
Συνδεθείτε μαζι μας